Η διαχρονική ταυτότητα ημών των Ελλήνων
(Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια)
ΜΕΡΟΣ 4Ο «ΘΡΗΣΚΕΙΑ»
Από την παρέα του Αη-Γιάννη
Α’ Ενότητα
Φίλες και φίλοι , με το σημερινό μου άρθρο – το τέταρτο κατά σειρά- και με τον τίτλο θρησκεία, θα προσπαθήσω να παρουσιάσω όσο πιο συνοπτικά γίνεται τις θέσεις μας γι’ αυτό το δεύτερο ιδανικό ημών των Ελλήνων ορθοδόξων χριστιανών. Το θεωρούμε μείζον θέμα ως μεγάλη δωρεά από τον Άγιο Τριαδικό θεό, ο Οποίος οικονόμησε δια της ενανθρωπίσεως του Υιού και Λόγου Του να γνωρίσουμε και να πιστεύουμε τον ένα αληθινό θεό, ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΑ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ ΚΟΣΜΟΥ.
Όπως δίδασκε ο αείμνηστος π. Ιωάννης Ρωμανίδης, με τον όρο θρησκεία νοείται η ταύτιση του ακτίστου με το κτιστό, και μάλιστα η ταύτιση των παραστάσεων του ακτίστου με τα νοήματα και ρήματα της ανθρώπινης σκέψης και, βέβαια, αυτή η ταύτιση είναι το θεμέλιο της θρησκείας και της λατρείας των ειδώλων. Οπότε, στην περίπτωση αυτή χάνεται το πρόσωπο του Θεού, αλλά και το πρόσωπο του ανθρώπου, αρρωσταίνει βαθειά ο άνθρωπος, αφού καλλιεργούνται τα πάθη και η φαντασία και ακόμη περισσότερο μπορούμε να πούμε ότι τα λεγόμενα αδιάβλητα-φυσικά πάθη (η πείνα, η δίψα κλπ.) γίνονται διαβλητά πάθη, αιτία κοινωνικών ανωμαλιών με την άκρατη φιλοδοξία, την άδικη φιλοκτημοσύνη και την αχαλίνωτη φιληδονία.
Είναι γνωστόν ότι ο Φόιερμπαχ κατ’ αρχάς και ύστερα ο Μαρξ είπαν ότι η «θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Μπορούμε να δεχθούμε αυτήν την άποψη, ότι η θρησκεία, όπως την συναντούμε στην Ανατολή και στην θρησκειοποιημένη θεώρηση του δυτικού Χριστιανισμού, είναι το όπιο του λαού, αφού αδρανοποιεί τον λαό, νεκρώνει τις κοινωνίες και τις οδηγεί σε τέτοιο βαθμό απενεργοποίησης, ώστε να είναι εκμεταλλεύσιμο υλικό για εγκαθίδρυση μιας τυραννίας που στερεί τον άνθρωπο από το αναφαίρετο δικαίωμα της ελευθερίας του.
« Η φιλοσοφία ποτέ δεν έθρεψε τις μάζες. Μόνο η πίστη βοηθά όσους δεν έχουν μόρφωση και δυνατό χαρακτήρα να κρατηθούν στην αρετή. Ή χαρά και η ευτυχία των πιστών είναι αλλιώτικη από εκείνη των αρχαίων Ελλήνων. Το Ευαγγέλιο ξύπνησε την μάζα των πονεμένων. .. Μόνο Θεός σαν τον Χριστό μπορεί να καλύψει τις αδυναμίες της λογικής», (Μ. Βασίλειος, επιστολή προς βασιλέα Ιουλιανό ν).
«Στὴν Ἀνατολὴ ἡ ἀντίθεση πίστης - ἐπιστήμης εἶναι ψευδοπρόβλημα. Γιατί; Διότι ἡ γνωσιολογία στὴν Ἀνατολὴ προσδιορίζεται ἀπὸ τὸ γνωριζόμενο «ἀντικείμενο», τὸ ὁποῖο εἶναι διπλό: ἄχτιστο καὶ κτιστό. Ἄκτιστο εἶναι (μόνο) ὁ Τριαδικὸς Θεός, τοῦ ὁποίου ἡ τριαδικότητα δὲν ὁρίζεται μεταφυσικά, ἀλλὰ γνωρίζεται ἐμπειρικά. Κτιστὸ εἶναι τὸ σύμπαν (ἢ τὰ «σύμπαντα»), στὸ ὁποῖο πραγματώνεται ἡ ὕπαρξή μας.
Πίστη εἶναι ἡ γνώση τοῦ ἀκτίστου καὶ ἐπιστήμη εἶναι ἡ γνώση τοῦ κτιστοῦ. Πρόκειται, συνεπῶς, γιὰ δυὸ διαφορετικὲς γνώσεις, κάθε μία ἀπὸ τὶς ὁποίες ἔχει τὴ μέθοδο καὶ τὸ ὄργανό της.
Ὁ πιστός, κινούμενος στὸ χῶρο τῆς ὑπερφυσικῆς γνώσης ἢ γνώσης τοῦ ἀκτίστου, δὲν καλεῖται νὰ μάθει κάτι (μεταφυσικά) ἢ νὰ ἀποδεχθεῖ κάτι (λογικά), ἀλλὰ νὰ «πάθει» κάτι, κοινωνώντας μαζί του. Αὐτὸ συντελεῖται μὲ τὴν ἔνταξή του σ᾿ ἕναν τρόπο ζωῆς (μέθοδος), ποὺ ὁδηγεῖ στὴ θεία γνώση.
Ἐδῶ, ἀκριβῶς, τεκμηριώνεται ἡ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὡς σώματος Χριστοῦ, ὁ λόγος ὕπαρξής της στὸν κόσμο. Ὀρθὰ ἔχει λεχθεῖ, ὅτι ἂν ἐμφανιζόταν γιὰ πρώτη φορὰ ὁ Χριστιανισμὸς στὴν ἐποχή μας, θὰ ἔπαιρνε τὴ μορφὴ ἑνὸς θεραπευτηρίου/νοσοκομείου γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς λειτουργίας τοῦ ἀνθρώπου, ὡς ψυχοσωματικοῦ ὄντος. Γι᾿ αὐτὸ ὀνομάζει τὴν Ἐκκλησία ὁ Ἰ. Χρυσόστομος «ἰατρεῖον πνευματικόν» (πνευματικὸ νοσοκομεῖο). Ἡ ὑπερφυσική-θεολογικὴ γνώση νοεῖται ὀρθόδοξα ὡς πάθος/πάθημα, ὡς μετοχή-κοινωνία μὲ τὴν ὑπερβατικὴ μέν, ἀλλ᾿ ὄχι ἀπρόσιτη, προσωπικὴ Ἀλήθεια, τὸ Ἄκτιστο, καὶ ὄχι, ὡς μάθημα. Ἡ χριστιανικὴ πίστη, ἔτσι, δὲν εἶναι ἀφηρημένη (θεωρητική) παραδοχὴ «μεταφυσικῶν ἀληθειῶν», ἀλλ᾿ ἐμπειρικὴ θέα τοῦ «ὄντως Ὄντος», τῆς Ὑπερουσίου Τριάδος. Ἔτσι ὅμως γίνεται κατανοητό, γιατί στὴν Ὀρθοδοξία αὐθεντία εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς μετοχῆς στὸ Ἄκτιστο, ὡς θέα τοῦ Ἀκτίστου (θέωση-δοξασμός) καὶ ὄχι τὰ κείμενα, οἱ Γραφὲς (τὸ δόγμα sola scriptura εἶναι προτεσταντικό, δηλαδὴ δυτικό). Ἡ πρόταξη τῶν κειμένων - δεῖγμα θρησκειοποίησης τῆς πίστης- ὁδηγεῖ στὴν ἰδεολογικοποίησή τους καὶ κατ᾿ οὐσίαν στὴν εἰδωλοποίηση τῶν κειμένων, δηλαδὴ τὴν ἀπολυτοποίησή τους (Funtamentalismus) μὲ ὅλες τὶς εὐνόητες συνέπειες.
Προϋπόθεση τῆς λειτουργίας τῆς γνώσης τοῦ Ἀκτίστου γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἀπόρριψη κάθε «ἀναλογίας» (entis ἢ fidei) στὴ συνάντηση καὶ σχέση κτιστοῦ-Ἀκτίστου. Κατὰ τὸν Ἰ. Δαμασκηνό, ποὺ συνοψίζει καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ τὴν προηγούμενη πατερικὴ παράδοση: «Ἀδύνατον εὑρεθῆναι ἐν τῇ κτίσει εἰκόνα ἀπαραλλάκτως ἐν ἑαυτῇ τὸν τρόπον τῆς ἁγίας Τριάδος παραδεικνύουσαν. Τὸ γὰρ κτιστόν, καὶ σύνθετον καὶ ρευστὸν καὶ περιγραπτὸν καὶ σχῆμα ἔχον καὶ φθαρτόν, πῶς σαφῶς δηλώσει τὴν πάντων τούτων ἀπηλλαγμένην ὑπερούσιον θείαν οὐσίαν». (ΡG 94, 821/24).»
Είναι, λοιπόν, η Ορθόδοξη Εκκλησία αντίθετη με τον ελληνισμό, όπως έχει κατηγορηθεί και κατηγορείται? Ή είναι ο ελληνισμός αντίθετος με τον χριστιανισμό, με την Ορθοδοξία, όπως πολλοί προσπάθησαν να πείσουν?
Ο Βασίλης Τσούπρας (Θεολόγος – κοινωνιολόγος) θα απαντήσει:
«Χριστιανισμός και ελληνισμός: προσφορά και ζήτηση, αγάπη και έρωτας…
Ο ελληνισμός σαν μια αέναη κίνηση του ανθρωπίνου πνεύματος προσπαθεί, ψάχνει, ζητά να εύρη την Αλήθεια, το Όσιον, το Δίκαιο και το Ωραίο από την αρχαιότητα μέχρι ακόμη και σήμερα. Ο Χριστιανισμός στο Πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού προσφέρει το Αληθές, το Όσιον, το Δίκαιο και το Ωραίο, αφού ο Χριστός είναι η Αλήθεια, η Οδός και η Ζωή και ο «Ωραίος κάλλη παρά πάντας βροτούς». Γι’ αυτό ο Κύριος είπε όταν πήγαν και τον ζήτησαν οι Έλληνες ότι ήρθε τώρα η ώρα να δοξασθεί ο Υιός του Ανθρώπου.
Αν τα παραπάνω λόγια, του κου Τσούπρα, που πηγάζουν από την μελέτη της ιστορίας του ελληνισμού και της Ορθοδοξίας δεν πείθουν, τα γεγονότα όμως πείθουν από μόνα τους:
362 μ.Χ ο Ιουλιανός ο παραβάτης οραματιζόμενος να φέρει στην αυτοκρατορία μια νέα θρησκεία επιτίθεται στους Πατέρες της Ορθοδοξίας και στους χριστιανούς. Έχοντας επαναφέρει την ανεξιθρησκεία, επανατοποθετεί στις επισκοπές τους εξόριστους επισκόπους, όπως τον Μ. Αθανάσιο, για να δημιουργήσει έριδες με τους οπαδούς του αιρετικού Αρείου. Δηλώνει δημόσια πως είναι κατά του χριστιανισμού και με διάταγμα απαγορεύει την διδασκαλία των αρχαίων συγγραφέων από χριστιανούς διδασκάλους. Τέλος προκαλεί τους Πατέρες σε φιλοσοφικό διάλογο. Μόνο που οι Πατέρες δεν έχουν να αντιπαραθέσουν ένα ανώτερο φιλοσοφικό σύστημα στον Ιουλιανό. Αντιπαραθέτουν το Πρόσωπο: τον Κύριο Ιησού Χριστό.
Ούτε αυτό έπεισε τον Ιουλιανό, ούτε ο περίφημος χρησμός της Πυθίας που έφερε από το μαντείο των Δελφών ο απεσταλμένος του Ιουλιανού γιατρός Ορειβάσιος: «είπατε τω βασιλεί: χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά. Ουκ έτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνη μου, ου παγάν λαλαίουσα, απέσβετω και λάλων ύδωρ».
Ιδού η μεγάλη αλήθεια του Βασιλείου που κανείς δεν διετύπωσε τόσο καθαρά όπως έγραψε ο καθηγητής Στυλιανός Παπαδόπουλος. Μια τόσο απλή πρόταση κλείνει μέσα της μια τόσο μεγάλη Θεολογία, την Θεολογία του κάλλους. Αλήθεια και κάλλος είναι ενωμένα. Όσοι δεν έχετε το ένα, δεν έχετε και το άλλο. Αγωνιστείτε να τα βρείτε. Αξίζει και να πεθάνετε γι’ αυτά… έτσι θα ζήσετε!
Η σχέση βέβαια χριστιανισμού- ελληνισμού είναι πιο παλιά. Ξεκινά από την μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης από τους 70κοντα περίπου το 280 π.Χ. Είναι σε όλους γνωστό ότι ο Κύριος προνόησε ώστε ο Μ. Αλέξανδρος να φτάσει μέχρι την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. .
Ο Άγιος Βασίλειος αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο να γυρίσουν οι νεαροί χριστιανοί την πλάτη τους στην κλασική παιδεία, και με την περίφημη επιστολή του προς νέους, επιχειρεί μια νέα σύνθεση χριστιανισμού και ελληνικής παιδείας, διαφορετική από του Ιουλιανού: την αγαπητική… και ξεχωρίζει τα ρόδα από τα αγκάθια:
«…όποιοι στα συγγράμματα των αρχαίων Ελλήνων δεν αναζητούν μονάχα την ηδύτητα και την χάρη του λόγου, μπορούν ν’ αποκομίσουν και κάποια οφέλη για την ψυχή. Και όπως κόβοντας το τριαντάφυλλο αποφεύγουμε τα ‘αγκάθια της τριανταφυλλιάς έτσι και από τα κείμενα αυτά θα πάρουμε ότι είναι χρήσιμο και θα προφυλάξουμε τον εαυτό μας απ’ ότι είναι επιζήμιο. Υπάρχει στο δέντρο ο καρπός (η Αλήθεια), υπάρχουν όμως και τα φύλλα και τα άνθη και η ομορφιά».
Αφού έχει προηγηθεί αλληλογραφία του Ιουλιανού με τον παλιό συμμαθητή του, τον Μέγα Βασίλειο, με το περίφημο του Ιουλιανού: «ανέγνων , έγνων, κατέγνων», δηλαδή ,« διάβασα, κατάλαβα, καταδίκασα» και το «ει κι αν έγνως, ουκ έγνως. Ει έγνως ουκ αν κατέγνως», δηλαδή, «αν και διάβασες, δεν κατάλαβες. Αν καταλάβαινες, δεν θα καταδίκαζες», του Μεγάλου Βασιλείου, ο Ιουλιανός απλά ντυμένος και χωρίς συνοδεία συναντά τον Μ. Βασίλειο στο σπίτι του και τον βρίσκει να μελετά. Θα διαφωνήσουν όπως παλιά. Ο Ιουλιανός θα επιμείνει ότι υπερασπίζεται την Ελλάδα. Ο Βασίλειος θα αντιτείνει ότι Ελλάδα και χριστιανισμός δεν είναι αντίθετα όπως αυτός νομίζει και να σταματήσει να προκαλεί αναστάτωση με τις θεωρίες του. « Ένωσέ μας όπως το θέλησε ο Χριστός» θα πει ο Μ. Βασίλειος.
«ο Χριστός πέθανε. Εγώ είμαι ζωντανός» είναι η απάντηση του αυτοκράτορα.
«είσαι ένα ασήμαντο επεισόδιο στην Ιστορία Του» απαντά ο Βασίλειος, «έτσι όπως ερήμωσε ο νους σου δεν σου μένουν παρά οι διωγμοί. Αλλά από την εποχή του Διοκλητιανού υπάρχουν υπόγειες κατακόμβες στην Καππαδοκία να φιλοξενήσουν χιλιάδες χριστιανούς αν μας κυνηγήσεις. Σε βλέπω να βαδίζεις στην καταστροφή και η ψυχή μου θλίβεται βαθύτατα. Ας προσευχηθούμε Ιουλιανέ ο καθένας στον θεό του για να βρούμε την γαλήνη».
Και προσευχήθηκαν. Ο Ιουλιανός δεν γύρισε ποτέ από την εκστρατεία κατά των Περσών. Ένα αμφιλεγόμενο δόρυ (περσικό ή ρωμαϊκό) τον πλήγωσε θανάσιμα. Πέθανε στην σκηνή του. Ήταν μόλις 32 χρονών. Βασίλεψε 19 μήνες.
Ποιος αλήθεια αντιτάχθηκε στον ελληνισμό από τους δύο αυτούς άνδρες? Ο Ιουλιανός ή ο Μέγας Βασίλειος? Αφήνουμε την απάντηση σε καθέναν μας.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας τόσους αιώνες, από την Ανάληψη της Κεφαλής Της, διωκόμενη, συκοφαντημένη, αδικούμενη αγαπά και προσφέρει ακολουθώντας την Οδό του Κυρίου Της.
Είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία εθνικιστική, όπως κατηγορείται? Βλέπει δηλαδή σοβινιστικά? ή η Εκκλησία μας είναι αντιεθνικιστική… όχι όμως με την έννοια του οικουμενισμού της Αλήθειας που ενώνει τους λαούς στην Αγάπη του Θεού, αλλά αυτής που δεν προσφέρει τίποτα στο έθνος?
Είναι γνωστή η ρήση του Ντε Γκωλ, που φαίνεται να απαντά σε αυτό το ερώτημα: «Πατριωτισμός είναι όταν βάζεις πάνω απ' όλα την αγάπη για τη χώρα σου. Εθνικισμός είναι όταν βάζεις πάνω απ' όλα το μίσος για τις άλλες».
Αν καταγράψουμε μόνο τις αποδείξεις που μας έδειξε η βιωτή του Κυρίου Ιησού Χριστού στη γη δεν χωράει, όπως είπε και ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, όλη η επιφάνειά της να καταγραφούν. Πόσο μάλλον να προσθέσουμε και τους απεριόριστους βίους των αγίων μας που αντιτίθενται στις παραπάνω κατηγορίες. Λίγα μόνο από αυτά αρκούν:
Ο Κύριός μας πήρε την Σάρκα Του από την Άχραντο Παρθένο Μαριάμ, την Παναγία μας. Δηλαδή κατά Σάρκα ενσαρκώθηκε ως Ιουδαίος. Όπου και αν πήγε να ζήσει δεν δημιούργησε ποτέ πρόβλημα πουθενά, και γιάτρεψε ανυποκρίτως κάθε εθνικότητας ανθρώπους, ακόμη και των κατακτητών της επί γης πατρίδος Του. Για παράδειγμα το δούλο του Ρωμαίου εκατόνταρχου. Ή την κόρη της ειδωλολάτρισσας Χαναναίας. Ή όταν γιάτρεψε το αυτί του δούλου του αρχιερέα την στιγμή της εκούσιας Παράδοσής Του. Δεν αρνήθηκε, ούτε ξεχώρισε ποτέ κανέναν. Απεναντίας είπε: «αν κάποιος από εσάς θέλει ας με ακολουθήσει» γιατί ο Θεός σέβεται την ελευθερία που ο Ίδιος μας χάρισε. Ελευθερία να μπορούμε να επιλέγουμε, αν θέλουμε, πάντα το αγαθό.
Για να δούμε και λίγο κάποια (πολλά υπάρχουν)παραδείγματα από τα παιδιά του Κυρίου.
Ένα έθνος πριν από οτιδήποτε άλλο το χαρακτηρίζει η γλώσσα. Με το λόγο, γραπτό ή προφορικό εκφράζεται το ήθος του έθνους. Με τις πράξεις σφραγίζεται το ήθος, ή η ανηθικότητά του.
Η ποινικοποίηση του Ιουλιανού για την μόρφωση των χριστιανών κάθε άλλο παρά απήχηση είχε. Έφερε μάλλον το αντίθετο αποτέλεσμα. Αποκάλυψε δηλαδή περισσότερο την βαθιά σχέση της ελληνικής σκέψης και του ελληνικού λόγου με την χριστιανική Αλήθεια και πίστη. Για τους χριστιανούς ο ελληνικός λόγος και η σκέψη ήταν εργαλεία της Πρόνοιας του Θεού για την ευχερέστερη διάδοση του ευαγγελικού μηνύματος. Αντέδρασαν οι χριστιανοί μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο : οι δύο Απολλινάριοι μετέτρεψαν τα κείμενα της γραφής, στο λεγόμενο ηρωικό μέτρο, έτσι ώστε οι χριστιανοί να μην είναι άμοιροι του κλασικού τρόπου της γλώσσας. Αντίστοιχα ο υιός Απολλινάριος έλαβε τα ευαγγελικά κείμενα και τα απέδωσε με μορφή διαλόγων τα οποία θύμιζαν ιδιαίτερα τους πλατωνικούς διαλόγους. Το τεράστιο εγχείρημα απέβη με την Χάρη του Θεού ιδιαίτερα επιτυχές.
Τον Ιουλιανό από τον χριστιανισμό τον ενδιαφέρει μόνο η κοινωνική αλληλεγγύη και παίρνει κάποια μέτρα μόνο κοινωνικής πρόνοιας, γιατί όπως έλεγε : « δεν μπορεί οι χριστιανοί να φροντίζουν και τους ξένους και εμείς ούτε τους δικούς μας». Ο ίδιος ο λόγος του αποδεικνύει την παναγάπη της Εκκλησίας του Χριστού μας και την Ορθοπραξία Της .
Μα, δεν είναι μόνον η διάσωση της γλώσσας και της κλασικής ή γενικά της παιδείας του έθνους μας. Είναι κάτι πάνω και πέρα από αυτό. Η Ορθόδοξη Εκκλησία, η μόνη Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Κυρίου Ιησού Χριστού ενεργεί, κηρύττει και διασώζει στις καρδιές μας την Αλήθεια του Ευαγγελίου: την ηθική ελευθερία του ανθρώπου να αγαπά. Η Αγάπη ουδέποτε εκπίπτει, όπως πολύ ωραία με την Χάρη του Παναγίου Πνεύματος εξέφρασε ο Άγιος Απόστολος Παύλος, ο Απόστολος των εθνών. Είναι άραγε αυτό εθνικιστική στάση?
Αντιόχεια : έχουν ήδη δημιουργηθεί οι πρώτες μικτές κοινότητες από Ιουδαίους και Έλληνες. Στην Ιόππη, ο Άγιος Απόστολος Πέτρος πέφτει σε έκσταση και βλέπει ένα μεγάλο σεντόνι να κατεβαίνει αργά από τον Ουρανό. Μέσα ήταν όλα τα ζώα: τα θηρία, τα ερπετά και τα πτηνά του ουρανού. «θυσίασε ότι θες και φάε» , λέει στον Πέτρο η φωνή από τον Ουρανό. Ο Πέτρος αρνείται : « ποτέ στην ζωή μου δεν έφαγα κάτι μολυσμένο ή ακάθαρτο» , απαντά. «Αυτά που ο Θεός καθάρισε εσύ δεν μπορείς να τα θεωρείς ακάθαρτα» , του απαντά η φωνή.
Θα θυμηθεί το όραμα αυτό στην Αποστολική Σύνοδο που συγκαλείται το 48 μ. Χ. στα Ιεροσόλυμα, για να πάρει μια πολύ σημαντική απόφαση : αποκλειστικότητα ή οικουμενικότητα? Ένα έθνος ή όλα τα έθνη μέσα στο σεντόνι της Εκκλησίας του Χριστού? Η απόφαση παίρνεται : «πηγαίνετε και κάνετε όλα τα έθνη μαθητές Μου. Εγώ είμαι μαζί σας, μέχρι της συντέλειας του κόσμου».
Θα επανέλθω με τη δεύτερη ενότητα στο επόμενο φύλλο.
Π.Π.
Πτ. Πολυτεχνείου