Βίος Αγίου Ευσταθίου



Βίος Αγίου Ευσταθίου
Ο Άγιος Ευστάθιος η Εκκλησία μας εορτάζει την μνήμη του στις 20 Σεπτεμβρίου μαζί με την σύζυγο του Θεοπίστη και τα παιδιά του Αγάπιο και Θεόπιστο.

Ο γενναίος Στρατηγός
Ήταν αξιωματούχος εξαίρετος, διακεκριμένος. Ήταν επίσης ξακουστός για την υψηλή καταγωγή του και τα άφθονα πλούτη του... Ήταν εγκρατής στις επιθυμίες του. Δεν επέτρεπε στις ορέξεις του σώματος του να κυριαρχούν. Ήταν σώφρων Αγαπούσε την δικαιοσύνη. Έκανε ότι μπορούσε για ν’ ανακουφίσει τον πόνο και τη δυστυχία των φτωχών. Ήταν με μια λέξη ενάρετος. Ο Πλακίδας είχε δύο γιούς, πού του μοιάζανε στην αρρενωπή σωματική διάπλαση και στο χαρακτήρα. Είχε και την ενάρετη γυναίκα του πού ονομαζόταν Τατιανή.

Το μεγάλο θαύμα
Μια μέρα είχε βγει με τους στρατιώτες στο δάσος για κυνήγι. Ξαφνικά βλέπει ανάμεσα στους πυκνόφυλλους θάμνους εκεί κοντά του ένα μεγαλόσωμο ελάφι Πλημμυρίζει από χαρά ο στρατηγός και μονολογεί:
- Μάλιστα! Αυτό είναι κυνήγι... Δεν πρέπει να το χάσω! Το ελάφι όμως αρχίζει να τρέχει. Δρασκελίζει τους θάμνους μ’ ευκολία και φεύγει. Ο στρατηγός Πλακίδας κάνει συναγερμό στους στρατιώτες του και καβάλα όπως είναι στο άλογο του, ακολουθεί κατά πόδι το ελάφι.
Ξαφνικά, ενώ ίδρωτας λούζει τον ίδιο και το άλογό του, φθάνουν μπροστά σ’ ένα χάσμα. Είναι ένα αδιάβατο σημείο. Ένας επικίνδυνος απότομος λάκκος. Και το σημείο αυτό το περνάει εύκολα το ελάφι.

Αντιθέτως, για το άλογο είναι αδύνατο το πέρασμα. Κοιτάζει επίμονα ο στρατηγός να βρει κάποιο άλλο σημείο για να συνέχιση το κυνήγι του.
Ξαφνικά καθώς κοιτάζει προς την κατεύθυνση του ελαφιού και τα χάνει. Το ελάφι είναι εκεί απέναντι του, στην αντίπερα όχθη του λάκκου. Στέκεται εκεί σαν ήμερο. Ο στρατηγός αρχίζει ξαφνικά να χλωμιάζει και μένει εκστατικός, διότι τώρα βλέπει και κάτι άλλο. Στη μέση των κεράτων του ελαφιού βλέπει να λαμποκοπάει ένας Σταυρός.
Ο Σταυρός είχε επάνω του την θεία μορφή του Εσταυρωμένου Χριστού και άστραφτε σαν τον ήλιο.
Πάνω στην ταραχή του ακούει ο στρατηγός από το σημείο του Σταυρού μια φωνή να του λέγει:
- Γιατί, Πλακίδα με διώκεις; Εγώ είμαι ο Χριστός, τον οποίον συ τιμάς με τάς έργα και την αρετή σου, αν και δεν με γνωρίζεις, μολονότι, δεν είσαι χριστιανός!... Για σένα, ώ ΓΙλακίδα, φανερώθηκα πάνω στο ζώο. Πρέπει να γνωρίζεις, ότι είναι πάντοτε μπροστά μου οι καλοσύνες σου και οι ελεημοσύνες πού κάνεις. Ήρθα, λοιπόν, εδώ για να σε αμείψω για την αρετή. Ήρθα να σε πιάσω στα δίχτυα της φιλανθρωπίας μου. Δεν είναι σωστό εσύ ο καλός και δίκαιος να μένεις στην πλάνη των ειδώλων και να λατρεύεις αναίσθητα αντικείμενα...

Ο στρατηγός συγκλονισμένος από το όραμα και την θεϊκή φωνή, δεν μπορεί να συγκρατηθεί στο άλογό του και πέφτει στη γη. Ύστερα από λίγο συνέρχεται. Παίρνει θάρρος. Κοιτάζει ολόγυρα του και φωνάζει με δυνατή φωνή.
— Ποιος είσαι συ, πού μου μιλάς; Τίνος είναι η φωνή πού ακούω; Πες ποιος είσαι. Φανερώσου σ' εμένα για να σε πιστέψω!
Τότε ακούστηκε επιγραμματική η φωνή του Κυρίου:
— Είμαι ο δημιουργός του Ουρανού και της γης, Πλακίδα... Είμαι ο Χριστός πού σταυρώθηκα, πού τάφηκα και αναστήθηκα εκ νεκρών...
Σεισμός ψυχοσωτήριος γίνεται εκείνη την στιγμή στη ζωή του στρατηγού. Συγκινημένος και ταραγμένος δεν ξέρει πώς να ευχαριστήσει τον Κύριο. Το πρόσωπο του πέφτει στο χώμα και γεμάτο ευγνωμοσύνη και πίστη ομολογεί τον Χριστό:
— Πιστεύω, Κύριε, ότι πράγματι Συ είσαι ο κτίστης και Δημιουργός του κόσμου. Πιστεύω ότι Συ είσαι ο μόνος αληθινός Θεός και κανείς άλλος!... Και τότε ακούει ο στρατηγός την θεία φωνή να του λέγει:
— Και τώρα, πού όπως λέγεις πιστεύεις, πήγαινε στον Αρχιερέα της Πατρίδος σου να βαπτιστής χριστιανός, όπως βαπτίζονται τόσοι και τόσοι...
Αναθαρρεί τότε ο στρατηγός και ρωτάει αν μπορεί, αν επιτρέπεται ν’ ανακοινώσει όλα αυτά στην οικογένειά του για να πιστέψουν στο Χριστό και η γυναίκα του και τα παιδιά του.
— Ναι, του απαντάει η θεία φωνή. Να βαπτισθείτε όλοι και έπειτα να ξαναέρθεις εδώ για να σού φανερώσω τί θα σού συμβεί εις το μέλλον...

Ο Πλακίδας βαπτίζεται και ονομάζεται Ευστάθιος
Συγκινημένος από το όραμα και τα λόγια του Χριστού έφθασε το βράδυ στο σπίτι του ο Πλακίδας. Άρχισε έπειτα γεμάτος παλμό να διηγείται όσα είδε και άκουσε την ημέρα εκείνη. Η γυναίκα του τον άκουγε με προσοχή και χωρίς να χάσουν χρόνου έτρεχαν στον Αρχιερέα για να τους βαπτίσει.
Βάπτισε πρώτα τον στρατηγό Πλακίδα, εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος... και του έδωσε το χριστιανικό όνομα Ευστάθιος. Ακολούθως βάπτισε την Τατιανή και της έδωσε το νέο όνομα Θεοπίστη. Εν συνεχεία βαπτίστηκαν τα παιδιά τους τα οποία ονομάσθηκαν Αγάπιος και Θεόπιστος.

… «Θα πάθης όσα και ο Ιώβ»...
Λουσμένος με τη χάρι του Θεού πλέον ο Ευστάθιος έτρεξε προς το σημείο όπου είχε δει το όραμα. Πήγε, λοιπόν και γονάτισε εκεί απ’ όπου είχε ακούσει την προηγουμένη ημέρα την θεία φωνή. Γονάτισε μπρούμητα κλαίγοντας και ευχαριστώντας τον Θεό.
Άκουσε τότε την γνώριμη υπερκόσμια φωνή να του λέγει:
— Ευτυχής είσαι Ευστάθιε, διότι δέχθηκες το σωτήριο Βάπτισμα και κατετσάκισες την δύναμη του πονηρού διαβόλου. Να ξέρης όμως ότι ο διάβολος θα σου κηρύξει σκληρό πόλεμο. Δεν θα πάψει να σού προετοιμάζει πειρασμούς. Σχέδιο του και σκοπός του είναι να σε αναγκάσει να βλασφημήσεις, ν’ αρνηθείς την πίστη σου και να κολασθείς αιώνια.
Θα πάθεις όσα ο Ιώβ τον καιρό εκείνο, τελικώς όμως θα νικήσεις τον διάβολο...
— Αγωνίσου με ανδρεία Ευστάθιε υπέρ των καλών έργων. Η χάρις μου θα σε συνοδεύει και σένα και την συντροφιά σου και θα φυλάξει τις ψυχές σας από τα πεπυρωμένα βέλη του πονηρού...

Οι δοκιμασίες αρχίζουν Ο φθονερός Σατανάς κηρύττει ανοικτό πόλεμο εναντίον του. Ένα είδος χολέρας πέφτει στο μέρος εκείνο και οι δούλοι του καθώς και οι συγγενείς του πεθαίνουν. Δεν απογοητεύεται ο Άγιος. Δίνει κουράγιο στη γυναίκα του και στα παιδιά του... Προτού όμως συνέλθει από το κτύπημα αυτό πέφτει μια άλλη αρρώστια και ψοφάνε όλα τα ζωντανά του... Για ν’ απαλύνει την θλίψη, πού απλώνεται από τα αλλεπάλληλα κτυπήματα, παίρνει την οικογένειά του και πηγαίνει στην εξοχή. Κατά την διάρκεια της απουσίας εκείνης όμως, μπαίνουν κλέφτες στο σπίτι τους και το ερημώνουν. Έτσι από πλούσιοι έμειναν φτωχοί και αξιολύπητοι!

Χάνει την γυναίκα του Έπιασε λοιπόν λιμάνι η οικογένεια και μπαρκάρησε για την Αίγυπτο. Ο Πλοίαρχος ζήτησε από τον άγιο υπέρογκα ναύλα. Έκανε εκβιασμό γιατί του άρεσε η Θεοπίστη και ήθελε να την κρατήσει σκλάβα του. Οι παρακλήσεις του Αγίου Ευσταθίου και οι υποσχέσεις δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Ο Άγιος επιμένει αγωνίζεται να σώσει την γυναίκα του. Τελικώς τον κατεβάζουν στο πρώτο λιμάνι βίαια με τα δύο παιδιά του. Τότε εκείνος, τα παιδιά του και η γυναίκα του κλαίνε γοερά και σπαραξικάρδια για τον φοβερό χωρισμό.

Χάνει τα παιδιά του Καθώς προχωρούσαν έπεσαν πάνω στην κοίτη ενός ποταμού πού είχε πολύ νερό. Το ποτάμι αυτό έπρεπε να το προσπεράσουν και γέφυρα δεν υπήρχε πουθενά. Τότε ο Άγιος έκανε το σταυρό του πήρε το ένα παιδί και το έβαλε στην απέναντι όχθη. Γύρισε εν συνεχεία να πάρει και το άλλο. Ενώ δε βρισκόταν στο μέσον του πλάτους του ποταμού, βλέπει ένα λιοντάρι αγριεμένο να ορμάει και του αρπάζει το ένα παιδί. Κι εκεί πού αυτός κραυγάζει απελπισμένος, μη μπορώντας τίποτε άλλο να κάμει συμβαίνει κάτι πιο απελπιστικό.
Ένας μεγαλόσωμος λύκος του αρπάζει από την όχθη και το δεύτερο παιδί του το μικρότερο. Το αρπάζει και φεύγει, εξαφανίζεται σαν αστραπή μέσα στο δάσος.
Έκλαιγε σαν άνθρωπος, στον μεγάλο πόνο του, έκανε ευλαβικά τα παράπονα του στο Θεό, αλλά τελικά με θερμή προσευχή Τον παρεκάλεσε λέγοντάς:
— Κύριε, δός μου θάρρος και υπομονή. Θέλω και τώρα στις δύσκολες στιγμές να μείνω μαζί Σου, να είμαι δικό Σου. Κύριε μη με εγκαταλείψεις. Προστάτεψε την γυναίκα μου και σώσε τα παιδιά μου. Κάνε το θαύμα σου. Βοήθησέ με να ξαναβρώ την οικογένειά μου.
Περπατώντας μέρες ολόκληρες, νηστικός, άυπνος και συντετριμμένος έφθασε σε κάποια πόλη πού την λέγανε Βάδησσο. Εκεί στάθμευσε ο Άγιος και έπιασε δουλειά για να βγάζει το ψωμί του.

Πώς σώθηκαν τα παιδιά του και η γυναίκα του Το λιοντάρι όταν απομακρύνθηκε από την όχθη το κυνήγησαν μερικοί βοσκοί και έσωσαν το παιδί από τα αιμοχαρή δόντια του. Το ίδιο συνέβη και με τον λύκο. Τον είδαν μερικοί γεωργοί πού κρατούσε το παιδί στο στόμα και τον κυνήγησαν επιμόνως. Τελικώς και ο λύκος πιεζόμενος εγκατέλειψε και το άλλο παιδί του Αγίου σώο. Το ένα, λοιπόν, από τα παιδιά μεγάλωσε μέσα στους τσοπάνους και το άλλο στους γεωργούς.
Αλλά και η γυναίκα του Αγίου γλύτωσε από την ατίμωση, διότι ο πλοίαρχος κατά θεία οικονομία αρρώστησε βαριά την ίδια μέρα πού κατέβασαν τον άγιο Ευστάθιο και τα παιδιά του από το καράβι και έτσι δεν μπόρεσε να εκπληρώσει την αισχρή επιθυμία του. Όταν μάλιστα έφθασε στην Πατρίδα του πέθανε ο αμαρτωλός εκείνος εκβιαστής.

Ξαναβρίσκει την οικογένεια του Ο Αυτοκράτορας Τραϊανός έδωσε εντολή να βρουν τον Πλακίδα για να είναι επικεφαλής στον πόλεμο κατά των βαρβάρων που απειλούσαν την Ρώμη.
Ο άγιος επειδή είδε ότι υπήρχε λίγος στρατός έδωσε διαταγή να στρατολογηθούν και άλλοι, ανάμεσα σε αυτούς που στρατολογήθηκαν ήταν και οι δύο υιοί του. Ο Άγιος εν τω μεταξύ σημείωσε μεγάλες επιτυχίες στην εκστρατεία του εκείνη. Πολλές πόλεις, φρούρια κι οχυρά ελευθέρωσε. Έπειτα αφού πέρασε τον ποταμόν Χρύσπιν, κατεκυρίευσε την χώρα, φθάνοντας στην πόλη, πού ήταν η Θεοπίστη. Έστησε δε κατά θεία συγκυρία την σκηνή του στον κήπο της Θεοπίστης, διότι αυτό ήταν κτήμα του άρχοντα και πλουσίου πλοιάρχου, πού είχε κατακρατήσει την Θεοπίστη στο πλοίο και ο οποίος είχε πεθάνει. Εκεί με την Θεία Οικονομία η οικογένεια αναγνώρισε ο ένας τον άλλον και ξαναέσμιξε.

Πως μαρτυρεί η οικογένεια Μετά το επιτυχές τέλος των επιχειρήσεων ο Άγιος σταμάτησε τον πόλεμο και γύρισε θριαμβευτής στην Ρώμη. Εν τω μεταξύ είχε πεθάνει ο αυτοκράτορας Τραϊανός και στο θρόνο είχε ανεβεί ο ανεψιός του Αδριανός, γνωστός για το μίσος πού έτρεφε εναντίον των Χριστιανών. Εκείνος βγαίνει να τον υποδεχθεί και να τον συγχαρεί. Τον συμβούλεψε δε να θυσιάσει στον Απόλλωνα και τους άλλους θεούς, διότι του έκανε αυτές τις ευεργεσίες.
Τότε ο Ευστάθιος, ο σταθερός εκείνος και αδαμάντινος οπαδός του Χριστού, γεμάτος ηρωικό μεγαλείο, γεμάτος θάρρος, και πίστη αληθινή ομολογεί τον Ιησούν Χριστόν λέγοντας:
— Είμαι Χριστιανός αυτοκράτορα. Πιστεύω στο Θεό των Χριστιανών. Μην ελπίζεις λοιπόν, από μένα θυσίες στα ειδωλικά ξόανα, στα σιχαμερά κατασκευάσματα των ανθρώπων.
Ο Αδριανός διέταξε τότε οργισμένος να του βγάλουν την στολή του στρατηγού και συγχρόνως με διάφορα λόγια προσπαθούσε να τους πείσει όλους ν’ αλλάξουν γνώμη, αλλά όλοι τους, όλη η οικογένεια ήταν σταθερή. Μετά απ’ αυτά, τους έβαλε σε μια πεδιάδα κι άφησαν ένα λιοντάρι πεινασμένο να τους κατασπαράξει. Το λιοντάρι τρέχοντας, έφθασε κοντά τους, αλλά δεν τους πείραξε καθόλου. Τουναντίον, γύριζε χαρούμενο γύρω τους σαν ήμερο σκυλάκι.

Στη συνέχεια διατάσσει ο Αυτοκράτορας να κάψουν ένα μεγάλο χάλκινο βόδι και να τους βάλουν μέσα. Έτσι κι έγινε. Προηγουμένως όμως οι Άγιοι εκείνοι και γενναίοι του Χριστού Μάρτυρες παρεκάλεσαν τους στρατιώτες, να προσευχηθούν. Προσευχήθηκαν στο Θεό να τους δώσει δύναμη για να υποφέρουν τα βασανιστήρια και να θάψουν τα σώματά τους όλα μαζί.
Μετά τρεις μέρες άνοιξαν το χάλκινο βόδι κι είδαν με έκπληξη ότι οι μεν ψυχές τους είχαν ταξιδέψει στην αιώνια και ευτυχισμένη κατοικία των ουρανών, αλλά ούτε μία τρίχα δεν είχε θιγή από τα λείψανα των Αγίων. Είδε αυτά ο Αδριανός, φοβήθηκε κι έφυγε.
Ο κόσμος μόλις είδε το θαύμα, φώναξε με όλη τη δύναμη της ψυχής του:
— Μεγάλος ο Θεός των Χριστιανών. Αυτός μόνον είναι Θεός αληθινός και κανείς άλλος!
Οι χριστιανοί εκμεταλλεύτηκαν το θόρυβο και τη σύγχυση και πήραν τα λείψανα των Αγίων και τους ενταφίασαν μαζί. Όπως ήταν και η επιθυμία τους.

Στίχος
Ευστάθιον δούς παγγενή χαλκούς φλέγει, και παγγενή ου του Θεού σώζεις, Λόγε.
Εικάδι Ευστάθιε γενεή άμα εν βοί καύθη.

Ἀπολυτίκον. Ἦχος ἅ΄. Τῆς ἔρημου πολίτης
Ἀγρευθεῖς οὐρανόθεν πρός εὐσέβειαν ἔνδοξε, τή τοῦ σοί ὀφθέντος δυνάμει, δί’ ἐλάφου, Εὐστάθιε, ποικίλους καθυπέστης πειρασμούς, καί ἤστραψας ἐν ἄθλοις ἱεροῖς σύν τή θεία σου συμβίω καί τοῖς υἱοῖς φαιδρύνων τούς βοώντας σοί• δόξα τῷ σέ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δείξαντι σέ ἐν παντί, Ἰώβ παμμάκαρ δεύτερον.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄. Τή ὑπερμάχω
Ὡς τῆς ἀνδρείας τοῦ Ἰώβ ἔμψυχον ἄγαλμα. Καί τῶν Μαρτύρων κοινωνόν καί ἀκροθίνιον. Ἐπαξίως εὐφημοῦμεν σέ, Ἀθληφόρε• Ὡς ὁ Παῦλος γάρ θεοκλητός γενόμενος. Ἐμεγάλυνας τόν Λόγον δί’ ἀθλήσεως• Ὅθεν κράζομεν, χαίροις Μάρτυς Εὐστάθιε.

Μεγαλυνάρια
Οὐρανόθεν μάκαρ καταυγασθεῖς, στήλη τῆς ἀνδρείας ἀνεδείχθης ἐν πειρασμοῖς, καί πανοικεσία, Εὐστάθιε, ἀθλήσας, τῆς ἄνω βασιλείας ἀξίως ἔτυχες.

Κάθισμα Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Εὐσεβείας τοῖς τρόποις ἀνδραγαθῶν, καρτερίας τοῖς πόνοις ὑπεραθλῶν, νέος ἀνηγόρευσαι, Ἰὼβ Μάρτυς πανένδοξε· τῶν γὰρ τερπνῶν τοῦ βίου, παθῶν τὴν ἀφαίρεσιν, σὺν γυναικὶ καὶ τέκνοις, Θεῷ ηὐχαρίστησας· ὅθεν ἐπὶ τέλει, τῶν ἀγώνων ὡς νίκης, βραβεῖον παρέσχε σοι, τὴν τοῦ αἵματος πρόσχυσιν, Ἀθλοφόρε Εὐστάθιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων, ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
Ὕμνον μοι δώρησαι ὁ Θεός μου, ἀνυμνῆσαι καὶ λέγειν νυνὶ τοὺς ἀγῶνας τοῦ Ἀθλοφόρου σου Κύριε, ὅπως εὐρύθμως ἐγκωμιάσω τὸν γενναῖον ἐν τοῖς ἄθλοις Εὐστάθιον, τὸν νικητὴν ἐν πολέμοις ἐχθρῶν γεγονότα ἀεί, τὸν μέγαν ἐν εὐσεβείᾳ, καὶ χορῷ τῶν Μαρτύρων ἐκλάμψαντα· σὺν τούτοις γὰρ ψάλλει ἀπαύστως σοι, μετ' Ἀγγέλων ὁ πάνσοφος, λαμβάνων ἐξ ὕψους θείαν ἄφεσιν.

Η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού σήμερα 14 Σεπτεμβρίου



Η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού σήμερα 14 Σεπτεμβρίου 
Χρόνια πολλά Σταύρο και Σταυρούλα - Χρόνια πολλά σε όλους!

Σύμφωνα με την παράδοση, το 326 η γηραιά μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, Αυγούστα Ιουλία Φλαβία Ελένη, μετέβη στους Αγίους Τόπους για να φέρει στο φως τα διάφορα μέρη στα οποία έζησε και δίδαξε ο Ιησούς Χριστός. Στα Ιεροσόλυμα πραγματοποίησε μεγάλες ανασκαφές για να βρεθούν οι τόποι της Σταύρωσης και της Ανάστασης στον λόφο του Γολγοθά. Η μετέπειτα Αγία Ελένη οδηγήθηκε στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού από ένα αρωματικό φυτό που φύτρωνε στο μέρος εκείνο, τον γνωστό μας βασιλικό. Ύστερα από επίπονες ανασκαφές βρέθηκαν τρεις σταυροί, του Κυρίου και των δύο ληστών.

Οι εκκλησιαστικοί ιστορικοί Φιλοστόργιος και Νικηφόρος αναφέρουν ότι ο Σταυρός του Κυρίου εντοπίσθηκε ύστερα από θαύμα, όταν τοποθετήθηκε πάνω σε νεκρή γυναίκα και αυτή αναστήθηκε. Στη θέση αυτή υπήρχε ο ναός της Αφροδίτης, που είχε ανεγείρει το 135 ο ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός, μετά τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Η Ελένη, αφού διέταξε να τον γκρεμίσουν, έχτισε στη θέση του τον περικαλλή Ναό της Αναστάσεως, ο οποίος αποτελεί μέχρι σήμερα ένα από τα σημαντικότερα μνημεία του Χριστιανισμού. Ο Σταυρός του Κυρίου παραδόθηκε στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Μακάριο, ο οποίος τον τοποθέτησε στον ναό της Αναστάσεως στις 14 Σεπτεμβρίου 335.

Η δεύτερη Ύψωση του Τιμίου Σταυρού σχετίζεται με τους Βυζαντινο-Περσικούς Πολέμους (602-628). Το 614 οι Πέρσες κυρίευσαν την Παλαιστίνη και αφού λεηλάτησαν και κατέστρεψαν τα ιερά προσκυνήματα του Χριστιανισμού, πήραν μαζί τους ως λάφυρο τον Τίμιο Σταυρό. Οι πυρολάτρες Πέρσες θεώρησαν τον Σταυρό μαγικό, εξαιτίας κάποιων θαυμάτων που έγιναν και τον προσκυνούσαν. Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, μετά την οριστική νίκη του εναντίον των Περσών το 628, ανέκτησε το ιερό σύμβολο της Χριστιανοσύνης και το μετέφερε αρχικά στην Κωνσταντινούπολη (14 Σεπτεμβρίου 629), όπου αποτέλεσε μέρος του θριάμβου του και στη συνέχεια στα Ιεροσόλυμα.

Η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού εορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα κάθε χρόνο στις 14 Σεπτεμβρίου. Στις εκκλησίες ψάλλεται, μεταξύ των άλλων, το πασίγνωστο απολυτίκιο «Σώσον Κύριε τον λαόν σου…» και στους πιστούς μοιράζονται κλώνοι βασιλικού, εκκλησιαστική συνήθεια που πηγάζει από την παράδοση ότι στο μέρος που βρέθηκε ο Τίμιος Σταυρός είχε φυτρώσει το αρωματικό αυτό φυτό. Η Εκκλησία επιτάσσει την ημέρα αυτή αυστηρά νηστεία.

Δέσποινα, Θεονυμφε Κόρη, Άλοχε Μήτηρ

Δέσποινα, Θεονυμφε Κόρη, Άλοχε Μήτηρ, Απείρανδρε Τροφέ τού Θεού Λόγου, θαύμα υπερφυέστατον φύσεως, ουράνιε σκηνή τού Υψίστου,
υπέρτατέ της αρετής κορυφή, άπλετον πέλαγος τού ελέους, ανεξάντλητον πέλαγος τής ευσπλαχνίας, βάθος δυσθεώρητον μυστηρίων δυσλήπτων, δοχείον θεοτευκτον τού υπερουσίου προβλήματος, Πανύμνητε Θεοτόκε Μαρία, επάκουσον ημών τών οικτρών δεομένων σου καί η καθαρότης τής ακηράτου παρθενίας σου άς καθαρίση τάς εσπιλωμένας ημών ψυχάς, ο άφθορος καί σωτήριος τόκος σου... μή αποξενώση τήν σωτηρίαν από τούς λατρευτάς σου, τήν οποίαν αυτήν σωτηρίαν εβράβευσε πλουσίως εις τήν άπειρον πληθύν τών πιστώς αυτόν προσκυνούντων.

Παρακαλούμεν εκτενώς, ώ Δέσποινα Θεονυμφε, σκέπε, φρούρει καί διαφύλαττε ημάς τούς ευτελείς οικέτας σου καί πάντας τούς Ορθοδόξους χριστιανούς, τούς μετ’ ευλαβείας προσκυνούντας καί ασπαζομένους τόν ιερό χαρακτήρα τής πανσέπτου εικόνος ταύτης, δί’ αισθητών μέν χειλέων εδώ εις τήν γήν καί διά νοητών εσένα τήν Υπερευλογημένην Μητέρα τού Μονογενούς Υιού τού Θεού εις τούς ουρανούς. Όθεν καί εκ μέρους πάντων σου δεόμεθα καί σέ παρακαλούμεν νά διατηρής άβλαβον καί ανωτέραν τών εναντίων εχθρών τήν σήν ποίμνην καί κληρούχους πάντας αναδείξον τής δόξης τού αφθόρου σου τόκου καί τής γλυκείας αυτού ελλάμψεως καταξίωσον. Μεθ’ ου τώ Πατρί δόξα, τιμή καί μεγαλοπρέπεια σύν τώ αγίω Πνεύματι εις τούς αιώνας τών αιώνων. Αμήν.

Άσμα ασμάτων, Δέσποινα Παναγία,
Γένους ανθρώπων, σκέπη καί προστασία,
Ως παρ’ αγγέλου, ύμνον επάξιον σοί,
Ούτω τόν λόγον, δέξαι παρ’ ικετών σου.
Άξιον γάρ σέ, μακαρίζειν τήν μόνην,
Θεού Μητέρα, τήν Κεχαριτωμένην.

Έτεροι στίχοι:
Τόν κοπιάσαντα καί γράψαντα φύλαττε Θεοτόκε
ως πολλήν έχουσα πρός Υιόν σου παρρησίαν
υμνηπόλος σου σός ραψωδός αχρείος

Να περάσουν οι νέοι στις εξετάσεις της αγνότητος.

Να περάσουν οι νέοι στις εξετάσεις της αγνότητος.




Ήρθαν δυό-τρεις φοιτήτριες σήμερα και μου είπαν: «Γέροντα, κάντε προσευχή να περάσουμε στις εξετάσεις». Και εγώ τις είπα: «Θα ευχηθώ να περάσετε στις εξετάσεις της αγνότητος. Αυτό είναι το πιο βασικό. Όλα τα άλλα βολεύονται μετά». Καλά δεν τις είπα; Ναι, είναι μεγάλο πράγμα να βλέπης στα πρόσωπα των νέων σήμερα την σεμνότητα, την αγνότητα! Πολύ μεγάλο πράγμα!
Έρχονται μερικές κοπέλες οι καημένες τραυματισμένες. Ζουν άτακτα με νέους, δεν καταλαβαίνουν πως ο σκοπός τους δεν είναι καθαρός και σακατεύονται. «Τι να κάνω, Πάτερ;» με ρωτούν. «Ο ταβερνιάρης, τις λέω, έχει φίλο τον μπεκρή, αλλά γαμπρό δεν τον κάνει στην κόρη του. Να σταματήσετε τις σχέσεις. Αν σας αγαπούν πραγματικά, θα το εκτιμήσουν. Αν σας αφήσουν, σημαίνει ότι δεν σας αγαπούν και θα κερδίσετε χρόνο».
Ο πονηρός εκμεταλλεύεται την νεανική ηλικία, που έχει επί πλέον και την σαρκική επανάσταση, και προσπαθεί να καταστρέψη τα παιδιά στην δύσκολη αυτή περίοδο που περνούν. Το μυαλό είναι ανώριμο ακόμη, υπάρχει απειρία μεγάλη και απόθεμα πνευματικό καθόλου. Γι΄ αυτό ο νέος πρέπει πάντα να αισθάνεται ως ανάγκη τις συμβουλές των μεγαλυτέρων σ΄ αυτήν την κρίσιμη ηλικία, για να μη γλιστρήση στον γλυκό κατήφορο της κοσμικής κατηφόρας, που στην συνέχεια γεμίζει την ψυχή από άγχος και την απομακρύνει αιώνια από τον Θεό.
Καταλαβαίνω ότι ένα φυσιολογικό παιδί, στην νεανική ηλικία, δεν είναι εύκολο να βρίσκεται σε τέτοια πνευματική κατάσταση, ώστε να μην κάνη διάκριση, «ουκ ένι άρσεν και θήλυ» (4). Γι΄ αυτό και οι πνευματικοί Πατέρες συνιστούν να μην κάνουν συντροφιά τα αγόρια με τα κορίτσια, όσο και πνευματικά και εάν είναι, γιατί η ηλικία είναι τέτοια που δεν βοηθάει, και ο πειρασμός εκμεταλλεύεται την νεότητα. Γι΄ αυτό συμφερώτερο είναι ο νέος να θεωρηθή ακόμη και κουτός από τα κορίτσια (ή η νέα από τα αγόρια) για την πνευματική του φρονιμάδα και αγνότητα και να σηκώνη και αυτόν τον βαρύ σταυρό. Γιατί αυτός ο βαρύς σταυρός κρύβει όλη την δύναμη και την σοφία του Θεού και τότε ο νέος θα είναι πιο δυνατός από τον Σαμψών (5) και πιο σοφός από τον σοφό Σολομώντα (6). Καλύτερα είναι, όταν βαδίζη, να προσεύχεται και να μην κοιτά δεξιά και αριστερά, ακόμη και αν πρόκειται να παρεξηγηθή από συγγενικά πρόσωπα, γιατί δήθεν τους περιφρόνησε και δεν τους μίλησε, παρά να περιεργάζεται και να βλάπτεται και να παρεξηγηθή ακόμη και από τους κοσμικούς ανθρώπους που σκέφτονται όλο πονηρά. Χίλιες φορές καλύτερα να φεύγη σαν το αγρίμι από τους ανθρώπους μετά τον εκκλησιασμό, για να διατηρήση την πνευματική του φρονιμάδα και ό,τι απεκόμισε από τον εκκλησιασμό, παρά να κάθεται και να χαζεύη στις γούνες (ή στις γραβάτες η νέα) και να αγριέψη πνευματικά από το γρατσούνισμα που θα του κάνη ο εχθρός στην καρδιά.
Είναι αλήθεια ότι ο κόσμος δυστυχώς έχει σαπίσει και, από όπου και αν περάση μια ψυχή που θέλει να διατηρηθή αγνή, θα λερωθή. Με την διαφορά όμως ότι ο Θεός δεν θα ζητήση τα ίδια με αυτά που ζητούσε την παλιά εποχή από έναν Χριστιανό που ήθελε να διατηρηθή αγνός. Χρειάζεται ψυχραιμία, και ο νέος να κάνη ό,τι μπορεί, να αγωνισθή, για να αποφεύγη τα αίτια, και ο Χριστός μας θα βοηθήση από εκεί και πέρα. Ο θείος έρως, αν φουντώση στην ψυχή του, είναι τόσο πολύ θερμός που έχει την δύναμη να καίη κάθε άλλη επιθυμία και κάθε άσχημη εικόνα. Όταν ανάψη αυτή η φωτιά, τότε αισθάνεται και τις θείες εκείνες ηδονές, που δεν μπορεί κανείς να τις συγκρίνη με καμμιά άλλη ηδονή. Όταν γευθή το ουράνιο εκείνο μάννα, δεν θα του κάνουν καμμιά εντύπωση πλέον τα άγρια ξυλοκέρατα. Γι΄ αυτό πρέπει να πιάση γερά το τιμόνι και να κάνη τον σταυρό του και να μη φοβάται. Μετά από τον μικρό του αγώνα θα λάβη και την ουράνια τρυφή. Την ώρα του πειρασμού θέλει παλληκαριά, και ο Θεός θαυματουργικά θα βοηθήση.
Μου είχε διηγηθή ο Γερο-Αυγουστίνος (7) : Είχε πάει σαν αρχάριος σε ένα Μοναστήρι στην Ρωσία, στην πατρίδα του. Εκεί ήταν όλοι σχεδόν γεροντάκια και έστειλαν αυτόν ως διακονητή, για να βοηθάη έναν υπάλληλο της Μονής στο ψάρεμα, γιατί η Μονή συντηρείτο από την αλιεία. Μια μέρα λοιπόν ήρθε η κόρη του υπαλλήλου και είπε στον πατέρα της να πάη γρήγορα στο σπίτι για μια επείγουσα δουλειά και κάθησε εκείνη να βοηθήση. Ο πειρασμός όμως την είχε κυριεύσει την ταλαίπωρη και, χωρίς να σκεφθή, όρμισε επάνω στον δόκιμο με αμαρτωλές διαθέσεις. Εκείνη την στιγμή τα έχασε ο Αντώνιος –αυτό ήταν το κατά κόσμον όνομά του-, γιατί ήταν ξαφνικό. Έκανε τον σταυρό του και είπε: «Χριστέ μου, καλύτερα να πνιγώ παρά να αμαρτήσω» και πετάχτηκε από την όχθη μέσα στο βαθύ ποτάμι! Αλλά ο Καλός Θεός βλέποντας τον μεγάλο ηρωισμό του αγνού νέου, που ενήργησε σαν νέος Άγιος Μαρτινιανός (8), για να διατηρηθή αγνός, τον κράτησε επάνω στο νερό, χωρίς καν να βραχή! «Ενώ πετάχθηκα, μου έλεγε, με το κεφάλι κάτω, δεν κατάλαβα πώς βρέθηκα όρθιος επάνω στο νερό, χωρίς να βραχούν ούτε τα ρούχα μου!» Εκείνη την στιγμή ένιωσε και μια εσωτερική γαλήνη με μια ανέκφραστη γλυκύτητα, που εξαφάνισε τελείως κάθε λογισμό αμαρτωλό και κάθε ερεθισμό σαρκικό, που του είχε δημιουργήσει προηγουμένως με τις άσεμνες χειρονομίες της η κοπέλα. Όταν είδε μετά η κοπέλα επάνω στο νερό όρθιο τον Αντώνιο, άρχισε να κλαίη μετανοιωμένη για το σφάλμα της και συγκινημένη για το μεγάλο αυτό θαύμα.
Ο Χριστός δεν ζητάει μεγάλα πράγματα, για να μας βοηθήση στον αγώνα μας. Τιποτένια πράγματα περιμένει από μας. Μου  έλεγε ένας νέος ότι πήγε στην Πάτμο να προσκυνήση και ο πειρασμός του έστησε εκεί μια παγίδα. Καθώς προχωρούσε, μια τουρίστρια όρμησε και τον αγκάλιασε. Αυτός την έσπρωξε πέρα και είπε: «Χριστέ μου, εγώ ήρθα εδώ να προσκυνήσω, δεν ήρθα για έρωτα» και έφυγε. Το βράδυ στο ξενοδοχείο, την ώρα που έκανε την προσευχή του, είδε τον Χριστό μέσα στο άκτιστο φως. Είδατε με ένα σπρώξιμο τι αξιώθηκε; Άλλος χρόνια αγωνίζεται και κάνει άσκηση μεγάλη, και αν αξιωθή κάτι τέτοιο! Και αυτός είδε τον Χριστό, μόνο γιατί αντέδρασε στον πειρασμό. Φυσικά αυτό πολύ τον δυνάμωσε πνευματικά. Μετά είδε την Αγία Μαρκέλλα, τον Άγιο Ραφαήλ, τον Άγιο Γεώργιο δυό-τρεις φορές. Ήρθε μια μέρα και μου λέει: «Κάνε προσευχή, Πάτερ, να δω πάλι τον Άγιο Γεώργιο. Θέλω λίγη παρηγοριά, δεν έχω παρηγοριά απ΄ αυτόν τον κόσμο!»
Και βλέπεις άλλα παιδιά σε τι κατάσταση φθάνουν! Είχε έρθει μια φορά στο Καλύβι ένας νεαρός με τον θείο του που ήταν ηλικιωμένος και μου λέει: «Κάνε προσευχή για μια κοπέλα. Έσπασε την σπονδυλική της στήλη σε δυστύχημα. Οδηγούσε ο πατέρας της και τον πήρε ο ύπνος. Εκείνος σκοτώθηκε και η κοπέλα χτύπησε. Να σου δώσω και μια φωτογραφία της». «Δεν χρειάζεται», λέω. Αυτός εν τω μεταξύ επέμενε, οπότε παίρνω την φωτογραφία και τι να δω! Η κοπέλα ήταν ξαπλωμένη κάτω και την κρατούσαν δύο. «Τι την έχει αυτός;» ρωτάω τον νεαρό. «Φίλη», μου λέει. «Αυτός τι είναι; Θα την πάρη;» «Όχι, λέει, είναι φίλοι».  «Μην τα παρεξηγής τα παιδιά, μου λέει ο θείος του, έτσι είναι σήμερα οι νέοι». «Θα κάνω προσευχή, είπα από μέσα μου, να διορθωθή όχι η σπονδυλική της στήλη αλλά το μυαλό της και το δικό σου το μυαλό, χαμένε άνθρωπε». Πού είναι ο σεβασμός; Έπρεπε να τον βρίση ο θείος του. Πνευματικά παιδιά…, να έχει Πνευματικό και να φθάση σε τέτοια κατάσταση! Ακόμη και να την πάρη, δεν υπήρχε λόγος να είναι τεντωμένη έτσι και στους δύο και ο άλλος να μου δείχνη την φωτογραφία! Και δεν σκέφτεται ότι δεν είναι σωστό αυτό το πράγμα. Εμένα δεν με πειράζει, αλλά δεν είναι σωστό. Τι οικογένεια θα δημιουργήσουν αυτά τα παιδιά; Ο Θεός να φωτίση την νεολαία να συνέλθη.
Παλιά με τι θυσίες κρατούσαν την αγνότητά τους οι κοπέλες! Θυμάμαι, στον πόλεμο είχαν αγγαρέψει μερικούς χωρικούς με τα ζώα τους και είχαν αποκλεισθή σε ένα ύψωμα από τα χιόνια. Οι κάτω από τα χιονισμένα έλατα έκαναν κάτι υπόστεγα με κλωνάρια από έλατα, για να προφυλαχθούν από το κρύο. Οι γυναίκες πάλι αναγκάσθηκαν να προστατευθούν από συγχωριανούς, γνωστούς ανθρώπους. Μια κοπέλα και μια γριά ήταν από κάποιο μακρινό χωριό και αναγκάσθηκαν και αυτές να μπουν σε ένα από αυτά τα ελάτινα υπόστεγα. Αλλά δυστυχώς υπάρχουν μερικοί άπιστοι και δειλοί. Οι οποίοι δεν συγκλονίζονται ακόμη και εν καιρώ πολέμου. Δεν πονάνε για τους διπλανούς τους που τραυματίζονται ή σκοτώνονται, αλλά, εάν βρουν ευκαιρία, επιδιώκουν ακόμη και να αμαρτήσουν, γιατί φοβούνται μήπως σκοτωθούν και δεν προλάβουν να γλεντήσουν, ενώ έπρεπε, τουλάχιστον εν ώρα κινδύνου, να μετανοήσουν. Ένας σαν και αυτούς που εν καιρώ πολέμου, όπως ανέφερα, δεν σκέφτονται να μετανοήσουν, αλλά να αμαρτήσουν, ενοχλούσε την κοπέλα τόσο άσχημα που αναγκάσθηκε να φύγη. Προτίμησε να ξυλιάση, ακόμη και να πεθάνη έξω στα χιόνια, παρά να χάση την τιμή της. Βλέποντας η καημένη η γριά ότι έφυγε η κοπέλα, ακολούθησε και αυτή τα ίχνη της και την βρήκε τριάντα λεπτά μακριά, κάτω από ένα μικρό υπόστεγο ενός εξωκκλησιού του Τιμίου Προδρόμου. Ο Τίμιος Πρόδρομος ενδιαφέρθηκε για την τίμια κοπέλα και την οδήγησε στο εξωκκλησάκι του που η κοπέλα ούτε καν το ήξερε. Και στην συνέχεια τι έκανε ο Τίμιος Πρόδρομος! Παρουσιάσθηκε σ΄ έναν στρατιώτη (9), στον ύπνο του, και του είπε να πάη στο εξωκκλήσι του το συντομώτερο. Σηκώνεται λοιπόν ο στρατιώτης και ξεκινάει μέσα στην φωτισμένη νύχτα από τα χιόνια και πάει στο εξωκκλήσι, ήξερε περίπου που είναι. Τι να δη όμως! Μια γριά και μια κοπέλα καρφωμένες μέσα στο χιόνι μέχρι τα γόνατα, μελανιασμένες και ξυλιασμένες από το κρύο. Άνοιξε αμέσως το εκκλησάκι, μπήκαν μέσα και συνήλθαν κάπως. Δεν είχε τίποτε άλλο να τους προσφέρη ο στρατιώτης παρά το κασκόλ του στην γριά και από ένα γάντι στην καθεμία και τις είπε να το αλλάζουν τα χέρια. Του διηγήθηκαν μετά τον πειρασμό που συνάντησαν. «Καλά, λέει στην κοπέλα ο στρατιώτης, πώς αποφάσισες να φύγης νύχτα, μέσα στα χιόνια και σε άγνωστο μέρος;» Και εκείνη απάντησε: «Εγώ μόνον αυτό μπορούσα να κάνω και πίστευα ότι ο Χριστός θα με βοηθούσε από εκεί και πέρα». Τότε ο στρατιώτης τελείως αυθόρμητα, από πόνο και όχι απλώς για να τις παρηγορήση, λέει: «Τελείωσαν πια τα βάσανά σας. Αύριο θα είσθε στα σπίτια σας». Με τα λόγια αυτά χάρηκαν πολύ και ζεστάθηκαν περισσότερο. Και πράγματι, ξεκίνησαν τα Λ.Ο.Μ. (10), άνοιξαν τον δρόμο και την άλλη μέρα το πρωί τα στρατιωτικά μεταγωγικά ήταν εκεί, και οι καημένες πήγαν στα σπίτια τους. Τέτοιες Ελληνοπούλες που είναι ντυμένες και με θεία Χάρη –και όχι οι απογυμνωμένες και από θεία Χάρη- πρέπει να θαυμάζωνται και να επαινούνται. Μετά εκείνο το κτήνος –ο Θεός να με συγχωρήση- πήγε και ανέφερε στον Διοικητή ότι ο τάδε στρατιώτης έσπασε την πόρτα από το εξωκκλήσι και έβαλε μέσα τους μεταγωγικούς, δηλαδή τα μουλάρια! Του λέει ο Διοικητής: «Δεν πιστεύω αυτός να έκανε τέτοιο πράγμα!» Και τελικά κατέληξε στην φυλακή.
4) Γαλ. 3, 28
5) Βλ. Κριτ. 15, 14 κ.ε.
6) Βλ. Γ΄ Βασ. 3, 9-12
7) Βλ. Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, σ. 74-75
8) Στον βίο του Όσιου Μαρτινιανού (η μνήμη του εορτάζεται στις 13 Φεβρουαρίου) αναφέρεται ότι, όταν ασκήτευε σε έναν βράχο μέσα στην θάλασσα, πλησίασε σ΄ αυτόν επάνω σε μια σχεδία μια κοπέλα, η οποία είχε ναυαγήσει και παρακαλούσε τον Άγιο να την σώση από την θάλασσα. Ο Όσιος αναγκάσθηκε να την τραβήξη έξω από το νερό και, αφού προσευχήθηκε, πήδηξε στην θάλασσα. Αλλά από θεία Πρόνοια ήλθαν δελφίνια, τον πήραν επάνω τους και τον έβγαλαν στην στεριά.
9) Ο στρατιώτης ήταν ο ίδιος ο Γέροντας. Το περιστατικό συνέβη, όταν υπηρετούσε την θητεία του, στον ανταρτοπόλεμο.
10) Λ.Ο.Μ. = Λόχος Ορεινών Μεταφορών.
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Α΄ – ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ)
(”Γέροντες της εποχής μας”)